Ξημέρωμα
Σήμερα ξύπνησα πιο νωρίς απ’ ό,τι συνήθως – λίγο πριν το χάραμα του ήλιου. Είναι πολύ ωραία να ξυπνάει κανείς τόσο πρωί, κυρίως όταν μένει στην εξοχή. Ντύθηκα ζεστά, γιατί έτσουζε η ψύχρα εδώ πάνω στα 520 μέτρα υψόμετρο, βγήκα έξω και κάθισα να δω την ανατολή. Υπήρχαν μόνο λίγα σκόρπια σύννεφα στον ουρανό. Η δροσιά ήταν απλωμένη στα χορτάρια και στα φύλλα των δέντρων. Το φως ήταν τέτοιο, ώστε δεν υπήρχαν πουθενά σκιές. Ήταν ήσυχα γιατί δεν είχε σηκωθεί ακόμα αεράκι κι έτσι τα φύλλα στέκονταν ακίνητα. Δεν υπήρχε καπνός από τα τζάκια σε κανένα από τα γύρω σπίτια, αλλά οι κεραμιδένιες σκεπές τους άρχισαν να γυαλίζουν με το φως που ερχόταν. Τα τελευταία αστέρια παραδίνονταν διστακτικά στη δύση τους κι υπήρχε εκείνη η ιδιαίτερη σιωπηλή αναμονή που υπάρχει όταν πρόκειται να βγει ο ήλιος· οι λόφοι περίμεναν, όπως και τα δέντρα, ενώ τα λιβάδια που δεν έχουν χτιστεί ακόμα με σπίτια, άνοιγαν από τη χαρά τους. Τότε ο ήλιος άγγιξε τις κορφές των βουνών μ’ ένα απαλό, ανακουφιστικό άγγιγμα· τα φύλλα άρχισαν να σαλεύουν ύστερα από τη μακριά νύχτα και καπνός άρχισε ν’ ανεβαίνει ίσια προς τα πάνω, από την καμινάδα ενός κοντινού σπιτιού. Κι αργά, διστακτικά, ντροπαλά άρχισαν οι μακριές σκιές ν’ απλώνονται στη γη· τα βουνά, αριστερά και μπροστά μου, έριχναν τις σκιές τους στους λόφους και οι λόφοι στα λιβάδια και τα δέντρα ανυπομονούσαν να δουν και τις δικές τους σκιές που ήρθαν σύντομα κι αυτές, όλες: οι ανοιχτές και οι σκούρες, οι ελαφριές και οι βαριές, οι κοντόχοντρες και οι μακρουλές. Σηκώθηκε ένα ελαφρό αεράκι γεμάτο φρεσκάδα και παιδική αθωότητα και οι λεύκες, που τις έχουμε σαν σύνορο γύρω από το σπίτι, άρχισαν να χορεύουν και η μέρα είχε πια ξεκινήσει. Μέσα σ’ αυτή τη μαγεία της φύσης σας θυμήθηκα, και ένοιωσα όλα όσα νοιώθω τον τελευταίο καιρό διαβάζοντας τα απίστευτης τρυφερότητας, παιδιάστικης αθωότητας, γλύκας και καλοσύνης σχόλιά σας, και δάκρυσα όπως μου λέτε κι εσείς καμιά φορά ότι δακρύζετε!
Πρέπει να ξεκινήσω για δουλειά.
Καλημέρα.
Σας φιλώ πολύ.
Ο Παραμυθάς σας.
5 Σχόλια στο “Ξημέρωμα”
marilia
18 Απριλίου 07 στις 14:36Γλυκουλοποστάκι πάλι!!! 🙂
Γλυκουλοφιλάκι ξανά! Ματς!
Manos S.
18 Απριλίου 07 στις 17:35Παραμυθά μου, πρόσεχε με όλα αυτά, θα έρθουμ να μείνουμε όλοι από Καπανδρίτι και πέρα, και θα πυκνοκατοικηθεί η περιοχή σου..:) Καλημέρα….
Υ.Γ. Ίδια ώρα ξυπνάμε, αλλά εγώ κατεβάζω τον γιο μου για το σχολικό…:(
Φαίδρα
25 Απριλίου 07 στις 22:47Mακάρι να είχα μία ανατολή για κάθε εκατό δύσεις που έχω δεί!
Ανατολη
1 Ιουνίου 07 στις 9:29Ποσο ευκολο ειναι να γεμισει η ψυχη και ποσο δυσκολο το κανουμε ολοι μας………..
Λυτρωτικα ειναι τα δακρυα και ανεβαζουν την ψυχη μας ακομα πιο ψηλα.
Ας αλλαξουμε τη σταση μα ς απεναντι στη ζωη λοιπον…………..
Και ρωταω ολα τα αδερφακια καθε ποτε γελατε? καθε ποτε παιζετε?
καθε ποτε τραγουδατε και χορευετε?
Απλα δεν ειναι αυτα τα βηματακια?
Αυτα απο μια Ανατολη………. και η ελπιδα πεθαινει παντα τελευταια!!!!
Λύσιππος
18 Απριλίου 07 στις 10:38Ομορφες εικόνες. Ενας ακόμη λόγος που νοσταλγώ τις μοναχικές, σιωπηλές ώρες της θητείας στη μεθόριο είναι και η απόδραση από τις σκέψεις της καθημερινότητας, η απορρόφηση της φύσης – ή μάλλον, η απόλυτη παράδοση σε αυτήν.